Tου Ramzy Baroud
Ο Essam Al-Batsh και ο ανιψιός του, Sobhi Al-Batsh, είναι οι τελευταίοι από μια μακρά λίστα καταγραμμένων Παλαιστίνιων «ανταρτών» που σκοτώθηκαν από το Ισραήλ. Οι δύο άμαχοι πολίτες στοχοποιήθηκαν ενώ οδηγούσαν ένα αυτοκίνητο στο κέντρο της πόλης της Γάζας στις 8 Δεκεμβρίου. Σύμφωνα με δήλωση του Ισραηλινού στρατού, «ανήκαν σε μια τρομοκρατική ομάδα που σκόπευε να επιτεθεί σε Ισραηλινούς άμαχους και στρατιώτες μέσω των δυτικών συνόρων» (Reuters, 8 Δεκεμβρίου).
Ενας άλλος «αντάρτης» είχε σκοτωθεί δύο ημέρες νωρίτερα. Ισραηλινό στρατιωτικό αεροσκάφος «στόχευσε δύο ομάδες ανταρτών που ετοιμάζονταν να εκτοξεύσουν ρουκέτες στο νότιο Ισραήλ», σύμφωνα με το Associated Press. Το AP επικαλέστηκε Ισραηλινό αξιωματούχο που είπε ότι ο στρατός «θα συνεχίσει να αναλαμβάνει δράση εναντίον εκείνων που χρησιμοποιούν τον τρόμο ενάντια στο κράτος του Ισραήλ».
Πράγματι, δεν είναι καθόλου δύσκολο να σκοτώσεις έναν «αντάρτη» στη Γάζα. Αξιωματικοί των Ισραηλινών στρατιωτικών μυστικών υπηρεσιών απλά διαλέγουν ένα όπλο και κάνουν ζουμ στο άτομο της επιλογής τους μια δεδομένη μέρα. Αυτό πράγματι δεν είναι δύσκολο έργο, αφού το σύνολο του πληθυσμού της Λωρίδας βρίσκεται πολιορκημένο στην ανοικτή φυλακή της Γάζας. Η ίδια ανακοίνωση που εκδόθηκε σχετικά με τη δολοφονία του «αντάρτη», μετά μπορεί να ξαναγραφτεί εύκολα, χρησιμοποιώντας τις ίδιες προβλέψιμες δικαιολογίες.
Οι δικαιολογίες των Ισραηλινών στην πραγματικότητα δεν λένε τίποτα για την ιστορία πίσω από τα φαινόμενα του «αντάρτικου». Για να μάθουν γιατί μερικοί νέοι στη Γάζα αποφασίζουν να καλύψουν τα πρόσωπά τους και να πάρουν τα όπλα, θα πρέπει να εγκαταλείψουν τον απλουστευτικό χαρακτηρισμό των ΜΜΕ για τον ένοπλο αγώνα της Γάζας. Αυτό ανάγεται στο παρελθόν, πολύ νωρίτερα από τη Χαμάς και τη Φατάχ, τις εκλογές του 2006, την πολιορκία του 2007 ή τον πόλεμο του 2008-09.
Το φαινόμενο άρχισε λίγο μετά τη Νάκμπα - Την Παλαιστινιακή «Καταστροφή» του 1948, που έφερε την καταστροφή της Παλαιστίνης και την οικοδόμηση του σημερινού Ισραήλ. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, σχεδόν ένα τέταρτο του εκατομμυρίου Παλαιστίνιοι εκδιώχθηκαν ή εξαναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τη Γάζα. Τότε, ένας εκτοπισμένος πληθυσμός αποζήτησε να επιστρέψει στο σπίτι του και πολλοί θέλησαν να ξανάβρουν τις περιουσίες τους που είχαν θάψει κάτω από το χώμα στα Παλαιστινιακά χωριά τους. Κάποιοι θέλησαν να μαζέψουν τις σοδειές τους και άλλοι αναζήτησαν τα μέλη της οικογένειάς τους, που είχαν εξαφανιστεί κατά τη διάρκεια της αναγκαστικής πορείας εξόδου από την Παλαιστίνη.
Από τη στιγμή που πέρασαν στο νεοϊδρυθέν Ισραήλ, πολλοί πρόσφυγες δεν επέστρεψαν ποτέ. Όμως, το θάρρος των «Φενταγίν» - μαχητών της ελευθερίας - πλέον άρχισε να μεγαλώνει γρήγορα.
Οι πρόσφυγες τελικά άρχισαν να οργανώνονται, με ή χωρίς βοήθεια από τον Αιγυπτιακό στρατό, ο οποίος εξακολουθούσε να σταθμεύει στα περίχωρα της Γάζας και στα νότια σύνορα της ερήμου Σινά. Γρήγορα οι ομάδες απέκτησαν ονόματα και έγιναν οργανώσεις, ενώ τα μέλη τους ντύθηκαν με στρατιωτικες στολές. Οι μαχητές χρησιμοποιούσαν kuffiyehs - παραδοσιακές μαντίλες - για να καλύψουν τα πρόσωπά τους και να αποφύγουν τα άγρυπνα βλέμματα των συνεργατών των Ισραηλινών, οι οποίοι επίσης πλήθαιναν.
Με την πάροδο του χρόνου, οι κομάντος του Παλαιστινιακού αντάρτικου άρχισαν να επιφέρουν τολμηρά πλήγματα βαθιά εντός του Ισραήλ. Οι Φενταγίν ήταν ως επί το πλείστον νεαροί Παλαιστίνιοι πρόσφυγες και κάποιοι Αιγύπτιοι μαχητές. Οι ενέργειές τους αυξάνονταν με τόλμη την ημέρα, καθώς τη νύχτα γλιστρούσαν κρυφά σαν τα φαντάσματα στο Ισραήλ, με πρωτόγονα όπλα και αυτοσχέδιες βόμβες. Χτυπούσαν Ισραηλινούς στρατιώτες, έκλεβαν τα όπλα τους και επέστρεφαν με τα νέα όπλα τη δεύτερη νύχτα. Κάποιοι πήγαιναν κρυφά πίσω στα χωριά τους στην Παλαιστίνη. «Εκλεβαν» κουβέρτες και ό,τι χρήματα είχαν φυλάξει, αλλά δεν είχαν καταφέρει να τα πάρουν μέσα στη δίνη του πολέμου. Εκείνους που δεν επέστρεφαν ποτέ, τους τιμούσαν με κηδείες «Μαρτύρων». Μετά από κάθε επιχείρηση των Φενταγίν, ο Ισραηλινός στρατός θα χτυπούσε τους πρόσφυγες της Γάζας, εμπνέοντας ακόμη μεγαλύτερη υποστήριξη και στρατολόγηση των νέων, αλλά και αυξανόμενο αντάρτικο.
Το φαινόμενο γρήγορα κατακυρώθηκε μέσα στην Παλαιστινιακή νεολαία της Γάζας - όχι λόγω μιας ανεξήγητης επιθυμίας για βία, αλλά διότι είδαν στους Φενταγίν μια ηρωική απόδραση από τις δικές τους ταπεινωτικές ζωές. Πράγματι, το κίνημα των Φενταγίν ήταν η αντίθεση στην προσλαμβανόμενη υποχωρητικότητα που βίωναν οι πρόσφυγες. Ήταν μια εκδήλωση όλου του θυμού και της απογοήτευσης που αισθάνονταν. Ηθελαν απλώς να πάνε στα σπίτια τους και η μάχη για την ελευθερία φαινόταν ο μόνος πρακτικός τρόπος να εκπληρωθεί αυτή η επιθυμία.
Καθώς οι πρόσφυγες παρέμεναν στις σκηνές τους και καθώς όλο και περισσότεροι Παλαιστίνιοι σκοτώνονταν από τις Ισραηλινές στρατιωτικές επιδρομές και τους ελεύθερους σκοπευτές, ο αριθμός των Φενταγίν πολλαπλασιαζόταν. Σε μια ιστορική επίσκεψη στη Γάζα το 1955, ο τότε Αιγύπτιος ηγέτης Γκαμάλ Αμπντέλ Νάσερ υποσχέθηκε να αγωνιστεί μέχρις ότου απελευθερωθεί ολόκληρη η Παλαιστίνη. Λίγο αργότερα, εν μέσω οργισμένων αιτημάτων για δράση, η Αίγυπτος αποφάσισε να εγκαταστήσει δέκα τάγματα της Εθνικής Φρουράς, τα οποία αποτελούνταν κυρίως από Παλαιστίνιους Φενταγίν με επικεφαλής Αιγύπτιους αξιωματικούς. Αυτό σηματοδότησε μια Αιγυπτιακή προσπάθεια να αναλάβει την ευθύνη της κατάστασης και να ελέγξει τις διάσπαρτες Παλαιστινιακές ηγεσίες και τις ένοπλες οργανώσεις τους. Διασυνοριακές αψιμαχίες κορυφώθηκαν, κατά καιρούς, σε ανελέητες μάχες στα σύνορα. Ισραηλινές επιθέσεις με όλμους έπληξαν πολλές περιοχές στη Γάζα. Ασφαλές μέρος για να κρυφτεί κάποιος δεν υπήρχε.
Οι οργανώσεις άλλαξαν ονόματα. Οι Φενταγίν φόρεσαν διαφορετικά χρώματα kuffiyehs. Αλλά στην ουσία, ελάχιστα πράγματα άλλαξαν. Η φτώχεια συνεχίστηκε. Η παραβίαση των ανθρώπινων δικαιωμάτων έγινε καθημερινή ρουτίνα. Ούτε ένας πρόσφυγας δεν επέστρεψε σπίτι του. Και τρεις, αν όχι τέσσερις γενιές Φενταγίν συνέχισαν τον αγώνα.
Κατά κάποιο τρόπο, η αντίληψη των ΜΜΕ γι’ αυτούς τους κουκουλοφόρους άνδρες παρέμεινε επίσης σε μεγάλο βαθμό αμετάβλητη. Ο «αντάρτης» αναφερόταν πάντα ως ανεξήγητα ευέξαπτος. Στην καλύτερη περίπτωση, χρησίμευε για να υπενθυμίζει, όχι μια οδυνηρή ιστορία που πρέπει να ξεθαφτεί και να κατανοηθεί, αλλά γιατί το Ισραήλ είναι και θα παραμείνει πάντα απειλούμενο από Παλαιστίνιους κουκουλοφόρους. Όταν ένας αποκαλούμενος «αντάρτης» δολοφονείται βάναυσα, ελάχιστες δικαιολογίες προσφέρονται. Εάν κάποιοι «αντάρτες» απαντήσουν στη δολοφονία, αυτά τα αντίποινα θα μπορούσαν ίσως να χρησιμεύσουν ως casus belli για μια ήδη προγραμματισμένη ισραηλινή στρατιωτική κλιμάκωση.
Είναι σημαντικό να καταλάβουμε, ότι το «αντάρτικο» στη Γάζα δεν συνδέεται με οποιαδήποτε Παλαιστινιακή οργάνωση καθαυτή, ούτε υποκινείται από συγκεκριμένη ιδεολογία ή άτομα. Το φαινόμενο προηγείται πράγματι όλων των οργανώσεων και των ατόμων που απαρτίζουν το πολιτικό τοπίο της Γάζας. Προκλήθηκε από το μοναδικό γεγονός της Νάκμπα και όλες τις τραγωδίες που εκδηλώθηκαν ως αποτέλεσμά της.
Οι πιθανότητες είναι ότι οι «αντάρτες» - ή Φενταγίν ή ακόμα και «τρομοκράτες», σύμφωνα με τα πρότυπα του Ισραήλ και των υποστηρικτών του - θα συνεχίσουν να υπάρχουν για όσο διάστημα η σύγκρουση παραμένει άλυτη, σύμφωνα με τα αναγκαία πρότυπα της δικαιοσύνης και της αμεροληψίας.
Όσο για τα ΜΜΕ, επιβάλλεται στους δημοσιογράφους να σκάψουν λίγο βαθύτερα από την εικόνα των απανθρακωμένων πτωμάτων ενός θείου και του ανιψιού του και να δουν πέρα από τις προβλέψιμες ψευδείς κατηγορίες που αποτελούν τη βάση των επίσημων ισραηλινών δηλώσεων.
- Ο Ramzy Baroud (www.ramzybaroud.net) είναι αρθρογράφος σε διεθνή έντυπα και εκδότης του PalestineChronicle.com. Το τελευταίο του βιβλίο είναι Ο Πατέρας μου ήταν Αγωνιστης της Ελευθερίας: Η Ανείπωτη Ιστορία της Γάζας (Pluto Press, Λονδίνο).